Σημαντικά Νέα

Οι Μακεδονικές συνήθειες

376143_570189299682328_2139389722_n
Αφού λοιπόν οι Μακεδόνες είχαν «το ίδιο αίμα, την ίδια γλώσσα και τους ίδιους ναούς και θυσίες (=θρησκεία)», μήπως δεν είχαν τις «ίδιες συνήθειες» και γι’ αυτό θεωρήθηκαν βάρβαροι από μερικούς Έλληνες της κλασσικής περιόδου; Ούτε από τα αρχαιολογικά ευρήματα, ούτε από την αρχαία γραμματεία γενικότερα, ούτε από τους ιστορικούς του Μεγάλου Αλεξάνδρου ειδικότερα προκύπτει η παραμικρή τέτοια ένδειξη. Είναι όμως σαφές ότι σε αντίθεση προς τους επικριτές τους, τους νότιους Έλληνες των πόλεων-κρατών που διέθεταν πολιτικό ένστικτο, οι Μακεδόνες διέθεταν το ίδιο ισχυρό φυλετικό...    
ένστικτο, που καταγράφεται και για τους Μαλιείς.
Άποψη της ιερής πόλης των Μακεδόνων, του Δίου, με τα ερείπια του θεάτρου.
Γνωρίζουμε ότι κάθε ελληνικό ἔθνος είχε μία κορυφαία θρησκευτική εορτή και διοργάνωνε κάποιους επίσης κορυφαίους αγώνες (αθλητικούς, μουσικούς ή θεατρικούς). Στην προσπάθεια να βγάλουν τους Μακεδόνες από την αφάνεια και να τους κατατάξουν ανάμεσα στους «πλέον πολιτισμένους από τους Έλληνες», οι Μακεδόνες βασιλιάδες προωθούσαν όλες τις συνήθειες των νοτίων ἐθνῶν. Έτσι ο Αρχέλαος (413-393) επέλεξε μία πόλη στους πρόποδες του Ολύμπου, που ονομάσθηκε Δίον προς τιμήν του κορυφαίου θεού, την όρισε ως θρησκευτική τρόπον τινά πρωτεύουσα της Μακεδονίας και καθιέρωσε να τελούνται εκεί θυσίες προς τιμήν των 12 θεών του Ολύμπου καθώς και θεατρικοί αγώνες προς τιμήν των 9 Μουσών, οι οποίες κατοικούσαν στην Πιερία. Κάποιος άλλος βασιλιάς είχε καθιερώσει να τελούνται Ολύμπια ή Ολυμπιακοί Αγώνες (δηλαδή αγώνες προς τιμήν του Ολυμπίου Διός) στην πρωτεύουσα της Μακεδονίας και ο Ε. Μπάντιαν θεωρεί ότι τους καθιέρωσε ο Φίλιππος Β΄ ως αντίβαρο στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Ολυμπίας. Όμως, αν οι Μακεδόνες ήταν αλλόφυλοι και αλλόθρησκοι των Ελλήνων (όπως τους θέλει ο Μπάντιαν), θα ήταν αδιανόητο να αφιερώσουν μία ολόκληρη πόλη και να θεσπίσουν την κορυφαία αθλητική διοργάνωση της χώρας του προς τιμήν και υπό την αιγίδα του μεγαλύτερου θεού των Ελλήνων και μάλιστα με την ισχυρότερη ιδιότητά του, του Ολυμπίου. Διότι έτσι οι Μακεδόνες, που υποτίθεται ότι ήταν βάρβαροι και ότι πίστευαν σε άλλους θεούς, θα υφίσταντο από τον βασιλιά τους μία βαρύτατη προσβολή στο θρησκευτικό τους συναίσθημα. Απ’ την άλλη πλευρά, αγώνες σαν τους ελληνικούς, προς τιμήν των ελληνικών θεών, αλλά διοργανωμένοι από βαρβάρους, δεν θα προσέλκυαν στη βαρβαρική χώρα κανέναν Έλληνα. Αν λοιπόν ο Φίλιππος είχε πράγματι τις προθέσεις, που του αποδίδει ο Μπάντιαν και οι οπαδοί του, ο ακραίος ρατσισμός των αρχαίων Ελλήνων θα οδηγούσε σε εξ ορισμού αποτυχία το σχετικό εγχείρημα.
Όμως ο Φίλιππος ήταν Έλληνας και δεν είχε πρόθεση να μειώσει την αξία των Αγώνων της Ολυμπίας, όπως αποδεικνύεται από τη συμμετοχή των ίππων του στις εκεί αρματοδρομίες. Πρόθεση όλων των Μακεδόνων βασιλέων ήταν να πάψει το μακεδονικό ἔθνος να είναι τόσο καθυστερημένο πολιτισμικά, ώστε να μη θεωρείται ούτε καν ελληνικό, και οι Ολυμπιακοί Αγώνες των Αιγών, ήταν οι κορυφαίοι αγώνες της ὁμοεθνίας των Μακεδόνων, δηλαδή ήταν τοπικοί, επειδή δε ο Όλυμπος ήταν πολύ κοντά, αφιερώθηκαν στον Ολύμπιο Δία. Από τα αρχαιολογικά ευρήματα φαίνεται ότι για τους Μακεδόνες αυτός ήταν ο σημαντικότερος από τους 12 θεούς, γι’ αυτό άλλωστε του αφιέρωσαν ολόκληρη πόλη και γι’ αυτό ο Αλέξανδρος έχτισε ναό του Ολυμπίου Διός και στην ακρόπολη των Σάρδεων.
Γνωρίζουμε ακόμη ότι οι Μακεδόνες, οι Μάγνητες και οι Αινιάνες είχαν έναν κοινό χορό με όπλα, την καρπαία, την οποία περιγράφει ο Ξενοφών στην Κύρου Ανάβαση. Ειδικά οι ιστορικοί του Αλεξάνδρου παρέχουν ένα πλήθος στοιχείων, που δείχνουν ότι οι συνήθειες των Μακεδόνων ήταν ακριβώς ίδιες με εκείνες των άλλων Ελλήνων. Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι στον τάφο του Αχιλλέα στην Τροία ο Αλέξανδρος άλειψε την επιτύμβια στήλη με λάδι και έτρεξε γυμνός «όπως είναι το έθιμο». Επίσης σε όλη την εκστρατεία και σε κάθε ευκαιρία ο Αλέξανδρος διοργάνωνε τις τυπικά ελληνικές εορτές και αγώνες, όπως γυμνικούς (αθλητικούς), μουσικούς και θεατρικούς. Επιπλέον σε μία περίπτωση ο Αρριανός αναφέρει ρητά ότι οι αγώνες διοργανώθηκαν με το καθαρά ελληνικό σύστημα των λειτουργιών, ενώ ο στόλος κατά τον κατάπλου του Υδάσπη προκύπτει ότι είχε συγκροτηθεί με το ίδιο σύστημα. Εν ολίγοις δεν έχει καταγραφεί καμία απολύτως αντίδραση κατά του Αλεξάνδρου, που εισήγαγε στη Μακεδονία και προήγαγε στην Ανατολή τον ελληνικό πολιτισμό και τα ελληνικά έθιμα (ηθοποιοί, θεατρικές παραστάσεις, λαμπαδηδρομίες, αγώνες αθλητικοί, μουσικοί, γυμνικοί) όπως συνηθιζόταν στην Ελλάδα.
Στο Αρχαιολογικό Μουσείο Αμφιπόλεως φυλάσεται η στήλη του Εφηβιαρχικού Νόμου της Αμφιπόλεως, 23 π.Χ. Περιέχει πολλές πληροφορίες για την εκπαίδευση των εφήβων από τα 16 έως τα 18 τους χρόνια. Φυσικά, και αυτή είναι γραμμένη στα ελληνικά.
 Όσον αφορά στην παιδεία των Μακεδόνων, ο Αλέξανδρος στην εφηβεία του είχε ως παιδαγωγό τον Αριστοτέλη, έναν κορυφαίο Έλληνα φιλόσοφο, και όλα τα βιβλία, που αναφέρονται ότι διάβαζε, ήταν ελληνικά. Στα παράπονα του δολοφόνου του Φιλίππου ο Αλέξανδρος φέρεται να απάντησε με ένα στίχο του Ευριπίδη από τη Μήδεια, στον μοιραίο διαπληκτισμό με τον Αλέξανδρο, ο Κλείτος απήγγειλε μερικούς στίχους από άλλη τραγωδία του Ευριπίδη, και κατά την είσοδό του στη Βαβυλώνα ο Αλέξανδρος φέρεται να απάντησε στο χρησμό των Χαλδαίων με το στίχο του Ευριπίδη «καλός μάντης είναι αυτός που μαντεύει τα καλά». Ο Ευριπίδης ίσως ήταν ο αγαπημένος τραγικός των Μακεδόνων, διότι πέρασε τα τελευταία χρόνια τη ζωής του στην Αυλή του βασιλιά Αρχέλαου. Από διάφορες άλλες αρχαίες πηγές είναι γνωστό ότι και πολλοί άλλοι διάσημοι αρχαίοι Έλληνες κωμικοί και τραγικοί, είχαν πάει στη Μακεδονία, για να παρουσιάσουν τα έργα τους στα εκεί θέατρα, ενώ κάποια από αυτά τα έργα φαίνεται να έχουν συγγραφεί στη Μακεδονία, όπως ο «Αρχέλαος» του Ευριπίδη. Δηλαδή όλοι οι Μακεδόνες (βασιλική οικογένεια, αριστοκρατία και πολίτες) είχαν την ίδια πρόσβαση στη γενική ελληνική παιδεία της εποχής τους με τα αντίστοιχα κοινωνικά στρώματα των άλλων σημαντικών ελληνικών κρατών.
Τα ονόματα των Μακεδόνων ήταν κι αυτά ελληνικά, με την αναμενόμενη τοπική διαφοροποίηση. Είναι προφανής η ελληνική προέλευση των ονομάτων, που διασώθηκαν γενικά στην αρχαία ελληνική γραμματεία και στις επιγραφές, ενώ ταυτόχρονα δεν είναι δύσκολη η ομαδοποίησή τους κατάελληνικό ἔθνος. Έτσι, στην κλασσική περίοδο εύκολα εντοπίζονται ονόματα χαρακτηριστικά σπαρτιατικά, αθηναϊκά, μακεδονικά κλπ. Στα μακεδονικά ονόματα είναι αποτυπωμένος έντονα ο πολεμικός χαρακτήρας της  μακεδονικής αριστοκρατίας, όπως φαίνεται στον παρακάτω ενδεικτικόπίνακα:
Αδαίος(=αδάϊος=) απόρθητος, απολέμητος
Αλέξανδροςο αλέξων (=αποκρούων) τους άνδρες (=πολεμιστές)
Αλκέταςγενναίος (αλκή=ανδρεία, θάρρος, ευψυχία)
Αλκίμαχος(αλκή=ανδρεία, θάρρος, ευψυχία + μάχη) ο γενναία μαχόμενος
Αμύντας(=αμυνίας=) ο αποκρούων προσβολή, ο υπερασπιστής
Αμύντωρο αποκρούων προσβολή, ο υπερσπιστής
Αναξίδοτος(άναξ+δίδω=) ο δοσμένος από τον άνακτα (βασιλιά)
Ανδρόμαχοςμάχεται τους άνδρες (=πολεμιστές)
Ανδρομένηςτους άνδρες (= πολεμιστές) μένει (=υπομένει την προσβολή χωρίς κλονισμό)
Ανδρόνικοςνικά τους άνδρες (=πολεμιστές)
Αντίοχοςο εναντιούμενος
Αρέτηςο έχων αρετήν (γνώρισμα του Άρη και των πολεμιστών)
Αριστόνικοςο ενδόξως νικών
Άρπαλοςαποσπά δια της βίας
Αρχέλαοςαρχηγός του λαού
Άρχωνάρχοντας, ηγέτης
Δημόνικοςο τον δήμον (πλήθος) νικών
Έφιπποςέφιππος
Ηγέλοχοςηγείται λόχου
Ηγήσανδροςηγείται ανδρών (=πολεμιστών)
Θόας(θοάζει=) κινεί με ταχύτητα, βία, σφοδρότητα
Κάρανοςάρχων, κύριος
Κλέανδρος(κλέος+άνδρας=) φημισμένος άντρας
Κλείτος(το κλείτος = το κλέος=) φήμη, δόξα
Κλεοπάτρα(κλέος+πάτρα=) η δόξα της πατρίδας
Κοίρανοςκυβερνήτης, άρχων, ηγεμών
Κρατερόςδυνατός
Λαομέδωνκυβερνά τον λαό
Λυσίμαχοςλύει την μάχη
Μαχάτας(μαχάτας: δωρικός τύπος του) μαχητής
Μένανδρος(μένω +άνδρας=) υπομένω χωρίς κλονισμό επίθεση ανδρός (=πολεμιστού)
Μενέδημος(μένω+δήμος=) υπομένω χωρίς κλονισμό επίθεση δήμου (=πλήθους)
Μενεσθεύς(μένω=) υπομένω επίθεση χωρίς κλονισμό
Μένης(μένω=) υπομένω επίθεση χωρίς κλονισμό
Νέαρχοςνέος αρχηγός
Νεοπτόλεμοςνέος+π[τ]όλεμος (πόλεμος)
Νικάνωρνικώ+ανήρ (=άνδρας=πολεμιστής)
Νικόλαοςνικά τον λαό
Πανταλέων(πάντα=) όλως, εντελώς λέων
Πείθωνπείθει
Πεισαίοςατάραχος (πείσα=αταραξία)
Πευκέστας(πευκήεις=) οξύς, διαπεραστικός
Πίθωνπείθει
Πολεμοκράτηςκρατεί (=νικά) στον πόλεμο
Πολέμων(=πολεμών=) πολεμά, μάχεται
Πολύ(σ)πέρχωνο πολύ ορμητικός, βίαιος
Πολυδάμαςο πολλούς δαμάζων (=κατανικών)
Πουλαμάχοςο πολλούς μαχόμενος
Πρωτόμαχοςπρώτος στη μάχη
Πτολεμαίοςο του πτολέμου (=πολέμου)
Σταμένης(στάμεν: δωρικός τύπος του ίστημι=) μένει σταθερός
Στασάνωρ(=ίστημι+ανήρ=) τακτοποιεί, παρατάσσει τους άνδρες (=πολεμιστές)
Σώπολιςσώζει την πόλη
Σώστρατοςσώζει το στρατό
Τληπόλεμοςυπομένει τον πόλεμο
Φίλιππος(φίλος +ίππος=) αγαπά τους ίππους
Σ’ αυτό το σημείο προσθέτουμε την παρατήρηση ότι ο πρώτος νεκρός Μακεδόνας κατά την άλωση της Τύρου έφερε το όνομα Άδμητος, ένα από τα σημαντικότερα της ελληνικής μυθολογίας. Στη δε άλωση της Γάζας ο πρώτος νεκρός Μακεδόνας ήταν ο εταίρος Νεοπτόλεμος από το γένος τωνΑιακιδών και είναι αξιοπρόσεκτο ότι στο ιδιαίτερα σημαντικό για τους Έλληνες γένος των Αιακιδών ανήκε κι ο Αλέξανδρος.
Αλλά και οι διατροφικές συνήθειες που περιγράφουν ο Πλούταρχος και ο Διόδωρος ταυτίζονται πλήρως με όσα γνωρίζουμε για τους αρχαίους Έλληνες. Ο Νέαρχος παραπλέοντας τις ακτές τηςΕρυθράς Θάλασσας (του Περσικού Κόλπου) αισθάνθηκε μεγάλη ανακούφιση, όταν συνάντησε «δέντρα, που φυτρώνουν στην ελληνική γη». Όταν ο Άρπαλος έγινε διοικητής της Βαβυλώνας, θέλησε να διακοσμήσει τα ανάκτορα και τους κήπους «με ελληνικά φυτά, από τα οποία μόνο ο κισσός δεν ευδοκίμησε».
Τόσο οι πόλεις της αρχαίας Μακεδονίας όσο και οι πόλεις, που ίδρυσαν ο Αλέξανδρος και οιΔιάδοχοί του στα κατακτημένα εδάφη, ήταν ελληνικές και δεν έχει βρεθεί κανένα απολύτως αρχιτεκτονικό στοιχείο «μακεδονικού» πολιτισμού. Χαρακτηριστικό είναι ότι ένα από ταδιακοσμητικά στοιχεία, που χρησιμοποιούσαν οι αρχαίοι Έλληνες σε ανάγλυφα και αγγειογραφίες, είχε τη μορφή ακτινωτού ήλιου. Το στοιχείο αυτό χρησιμοποιήθηκε μέχρι πρόσφατα ως αρχαιοπρεπής διακόσμηση σε αρκετά δημόσια κτίρια της Αθήνας, όπως η Εθνική Βιβλιοθήκη, που κτίσθηκε το 1903, και το κτίριο του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Μόλις το 1978 με την ανακάλυψη του τάφου του Φιλίππου στις Αιγές (Βεργίνα) έγινε αντιληπτό ότι το διακοσμητικό αυτό στοιχείο, που αποκαλείται «ήλιος της Βεργίνας» ή (εσφαλμένα) «αστέρι της Βεργίνας», είχε επιλεγεί από τον Οίκο των Αργεαδών ως οικόσημο.
Η χρυσή λάρναξπου περιείχε τα οστά του Φιλίππου Β΄. Βρέθηκε στο βασιλικό τάφο του στις Αιγές.
Μετά απ’ όλα τα παραπάνω προκύπτει ως παράδοξο ότι κάποιοι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσανβάρβαρους τους Μακεδόνες, ενώ κανένας από τους κατακτημένους λαούς δεν είχε τέτοια αμφιβολία. Η μόνη περίπτωση, που έχει εύκολη και προφανή εξήγηση είναι των πολιτικών εχθρών του Φιλίππου και του Αλεξάνδρου, με κορυφαίο τον (φυσικά Αθηναίο) Δημοσθένη. Για τις άλλες περιπτώσεις η εξήγηση είναι πιο σύνθετη. Λέγεται ότι οι νότιοι Έλληνες θεωρούσαν τη βασιλεία ως βαρβαρικό πολίτευμα και γι’ αυτό θεωρούσαν τους Μακεδόνες βαρβάρους. Αν αυτό ίσχυε, τότε έπρεπε να θεωρούν ως βαρβάρους και τους Σπαρτιάτες, που επίσης είχαν βασιλεία και μάλιστα με σημαντικότατες ομοιότητες με τη μακεδονική βασιλεία. Οι εταίροι της Μακεδονίας και οι έφοροιτης Σπάρτης περιόριζαν τις εξουσίες των βασιλιάδων τους, ενώ και τα δύο βασίλεια διέθεταν ένα είδος κοινοβουλίου (την Εκκλησία των Μακεδόνων και την Απέλλα αντίστοιχα), στο οποίο συμμετείχαν οι πολίτες και στο οποίο έδινε λόγο ο βασιλιάς. Δηλαδή, δεν υπήρχε καμία ουσιώδης πολιτειακή διαφορά ανάμεσα στα δύο βασίλεια, ώστε το ένα να θεωρείται ελληνικό και το άλλο όχι.
Λέγεται ακόμη ότι η Μακεδονία ήταν πολύ απομακρυσμένη και απομονωμένη από τη νότια Ελλάδα και γι’ αυτό οι νότιοι Έλληνες δεν γνώριζαν αν οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες ή βάρβαροι. Πράγματι, ακόμη και ο Αλέξανδρος στο λόγο του προς τους Μακεδόνες στρατιώτες στην Ώπη λέει: «Μακεδόνες, ο Φίλιππος σας παρέλαβε φτωχούς νομάδες, οι περισσότεροι ντυνόσασταν με δέρματα, βοσκούσατε λίγα πρόβατα στα βουνά και δύσκολα αντιμετωπίζατε τους Ιλλυριούς, τους Τριβαλλούς και τους όμορους Θράκες. Σας έδωσε χλαμύδες αντί για δέρματα, σας κατέβασε από τα βουνά στις πεδιάδες και σας έκανε αξιόμαχους αντιπάλους των βαρβάρων … σας εγκατέστησε σε πόλεις και σας έδωσε νόμους και χρηστά ήθη». Όμως, αν η γεωγραφική απομόνωση είχε παίξει κάποιο ρόλο, το λογικό θα ήταν οι Μακεδόνες να αγνοούσαν ότι ανήκαν στο ίδιο έθνος με τους νότιους και όχι το αντίστροφο, που καταγράφεται. Ο Θουκυδίδης λόγου χάριν είχε λάβει μέρος στις πολεμικές επιχειρήσεις στην ευρύτερη περιοχή, γνώριζε πολύ καλά τα εσωτερικά πράγματα της Μακεδονίας και φυσικά δεν ήταν καθόλου αδαής, όταν χαρακτήριζε ως βαρβάρους τους Μακεδόνες και άλλους πλησιοχώρους ελληνικούς λαούς.
Επιχειρήματα σαν τα δύο παραπάνω δεν βοηθούν στην ερμηνεία αυτού του παραδόξου. Αν όμως εξετάσουμε ποιού ελληνικού κράτους ήταν πολίτες, όσοι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν απερίφραστα βαρβάρους τους Μακεδόνες, θα διαπιστώσουμε ότι σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα ήταν Αθηναίοι και ότι έζησαν τον 5ο και τον 4ο π.Χ. αιώνα. Δηλαδή την περίοδο που η Αθήνα ήταν ο πολιτιστικός Ηγεμών της Ελλάδος, ο σημαντικότερος γεωπολιτικός παράγων της Ελλάδας κι ένας από τους πιο υπολογίσιμους της ΝΑ Μεσογείου. Όπως κι αν χαρακτηρίσουμε τη συμπεριφορά των κλασσικών Αθηναίων προς τους Έλληνες της περιφέρειας, ασφαλώς δεν θα είναι προς τιμήν τους. Κι αυτό διότι οι περισσότερες σωζόμενες σαφείς δηλώσεις ότι οι Μακεδόνες ήταν Έλληνες, προέρχονται από πολίτες άλλων ελληνικών κρατών, πλην της Αθήνας. Ίσως ο πραγματικός λόγος να ήταν η επιδίωξη των Αθηναίων να αφαιρέσουν από τους Μακεδόνες κάθε δικαίωμα επί των πλουσίων φυσικών πόρων της Μακεδονίας. Ίσως ο ανηλεής πόλεμος προπαγάνδας και εντυπώσεων, στον οποίο οι Αθηναίοι ήταν πανίσχυροι, να ήταν κι ο πραγματικός λόγος, που ο Φίλιππος και ο Αλέξανδρος αφενός δεν εφάρμοσαν στους Αθηναίους τις προβλεπόμενες σκληρές ποινές του πολεμικού δικαίου και αφετέρου τους τιμούσαν υπερβολικά.
Είναι εξαιρετικά παρακινδυνευμένο να αναζητήσουμε τους λόγους, που ώθησαν την κλασσική Αθήνα να υιοθετήσει συνειδητά αυτήν την τακτική και νοοτροπία. Το μόνο βέβαιο είναι ότι μας κληροδότησε μία ιστορική αμφισβήτηση, που αποτέλεσε τη βάση σύγχρονων αντιπαλοτήτων και διεκδικήσεων. Το απελπιστικό είναι ότι παρά την εξαιρετικά δυσχερή θέση στην οποία βρίσκεται σήμερα το γόητρο της Ελληνικής Δημοκρατίας έναντι της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας, σημαίνοντα πρόσωπα του ελληνικού δημόσιου βίου αρνούνται να παραδειγματισθούν από τις παρενέργειες της τακτικής των αρχαίων Αθηναίων και την αντιγράφουν. Έτσι, στις 13 Οκτωβρίου 2003 η εξέχουσα δημοσιογράφος Άννα Παναγιωταρέα σε τηλεοπτική της εκπομπή διακήρυξε απερίφραστα ότι «κανένας Έλληνας δεν μπορεί να δεχθεί» το γεγονός ότι η Εκκλησία της Ελλάδος περιορίζεται από το Σύνταγμα μόνο σε ένα τμήμα της Ελληνικής Δημοκρατίας, ενώ το υπόλοιπο υπάγεται στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Στις 15 Οκτωβρίου 2003 ο επίτιμος πρόεδρος του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας δήλωσε ότι «λόγοι εθνικού συμφέροντος» επιβάλλουν την πραξικοπηματική και αντισυνταγματική απόσπαση της θρησκευτικής ποίμανσης κάποιων περιοχών της Ελληνικής Δημοκρατίας από το Ελληνορθόδοξο Οικουμενικό Πατριαρχείο και την παραχώρησή τους στην Εκκλησία της Ελλάδος. Αυτοί ήταν από τους σημαντικότερους διαμορφωτές της Κοινής Γνώμης για ένα δευτερεύον διοικητικό θέμα της Εκκλησίας και, όποια κι αν είναι η αλήθεια επ’ αυτού, το εντυπωσιακό είναι ότι επανέφεραν στο προσκήνιο το αρχέγονο θέμα της επικυριαρχίας μίας μερίδας Ελλήνων επί όλων των υπολοίπων με επιχειρηματολογία ταυτόσημη εκείνης των αρχαίων Αθηναίων εναντίον των Μακεδόνων. Ο εξέχων Αθηναίος πολιτικός ανακήρυξε εθνικά επικίνδυνο τον Έλληνα προκαθήμενο όλων των Ορθοδόξων Χριστιανών και ύποπτους εθνικής προδοσίας όλους τους Έλληνες πολίτες, που δεν υπάγονται διοικητικά στον παπά της δικής του αρεσκείας. Η δε εξέχουσα Πελοποννησία δημοσιογράφος -ούτε λίγο ούτε πολύ- προειδοποίησε ότι όσοι Έλληνες δεν παραχωρήσουν την θρησκευτική Ηγεμονία της Ελλάδος στη μία από τις δύο ελληνορθόδοξες Εκκλησίες της Ελληνικής Δημοκρατίας, θα πάψουν να θεωρούνται Έλληνες. Οι δηλώσεις αυτές και πολλές άλλες ακόμη χειρότερες βρίσκονται σε πλήρη αντιστοιχία με εκείνες του Δημοσθένη για τους Μακεδόνες, τον Φίλιππο και τον Αλέξανδρο.
Τέλος, ακούγοντας κανείς τις βρισιές, που ανταλλάσσονται σήμερα στους ελληνικούς ποδοσφαιρικούς αγώνες, όπου οι χούλιγκαν κάποιων νοτίων ομάδων αποκαλούν «Βούλγαρους» τους οπαδούς και τους παίκτες των μακεδονικών ομάδων και οι Μακεδόνες όμοιοί τους ανταπαντούν αποκαλώντας τους νότιους «Τούρκους», μπαίνει κανείς στον πειρασμό να αναρωτηθεί, αν έχει να κάνει με οπαδούς του Δημοσθένη ή του Θουκυδίδη.
(Ξενοφών Κύρου Ανάβαση ΣΤ.Ι.8, Θουκυδίδης Β.68, Αρριανός Β.23, Β.27, Γ.27, Πλούταρχος Αλέξανδρος 8.3, 15.8, 28.4, 35.15, Διόδωρος ΙΖ.108.4-κ.ε.,Ernst Badian «Ελλάδα και Μακεδονία»)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Παρακαλούμε τους φίλους αναγνώστες:

ΟΧΙ GREEKLISH,
ΟΧΙ ΠΡΟΣΒΛΗΤΙΚΑ ΣΧΟΛΙΑ

ΚΑΘΡΕΦΤΗΣπελλας Designed by Templateism.com Copyright © 2014

Εικόνες θέματος από Bim. Από το Blogger.